- τηλέμετρο
- Όργανο για τη μέτρηση της απόστασης ενός σημείου μη προσιτού απευθείας από τον τόπο της παρατήρησης. Τα τ. χρησιμοποιούνται γενικά για μετρήσεις αποστάσεων αρκετών χιλιομέτρων και σε ιδιαίτερες περιπτώσεις για μικρές αποστάσεις.
Η αρχή επί της οποίας βασίζεται η μέτρηση μιας απόστασης διά των τ. είναι η ακόλουθη: αν θεωρήσουμε τις οπτικές γραμμές που συνδέουν το σημείο, του οποίου την απόσταση θέλουμε να μετρήσουμε, με δύο σημεία παρατήρησης, το πλάτος της γωνίας, την οποία σχηματίζουν οι οπτικές γραμμές, εξαρτάται από την απόσταση μεταξύ των δύο σημείων παρατήρησης και από την απόσταση μεταξύ των τελευταίων αυτών και του σημείου του οποίου την απόσταση πρέπει να προσδιορίσουμε. Αν είναι γνωστή η απόσταση μεταξύ των δύο σημείων παρατήρησης (απόσταση, που λέγεται βάση του τ.), η γωνία που σχηματίζεται από τις οπτικές γραμμές και η γωνία που σχηματίζει η μία από τις οπτικές γραμμές με τη γραμμή που συνδέει τα δύο σημεία παρατήρησης, η απόσταση του παρατηρούμενου σημείου εξάγεται από απλές τριγωνομετρικές σχέσεις. Ο προσδιορισμός της απόστασης, με όμοιες άλλες συνθήκες, προκύπτει τόσο πιο ακριβής, όσο μεγαλύτερο είναι το μήκος της βάσης (σε μερικά τηλέμετρα πολεμικών πλοίων φτάνει τα 13 μ.).
Μπορούμε να προσδιορίσουμε την απόσταση είτε διατηρώντας σταθερές τις οπτικές συσκευές επί του παρατηρούμενου σημείου και μεταβάλλοντας τη βάση (τ. ετεροστατικό) είτε διατηρώντας σταθερή τη βάση και περιστρέφοντας κατά μία κατάλληλη γωνία το οπτικό σύστημα (τ. μονοστατικό).
Τα τ. μεταβλητής βάσης, στις διάφορες μορφές τους, αποτελούνται βασικά από δύο πρίσματα ολικής ανάκλασης, από τα οποία το ένα αποκλίνει τις φωτεινές ακτίνες κατά 90° και το άλλο κατά μία γωνία ίση προς 90° + α (όπου α είναι μία γνωστή γωνία λίγο μεγαλύτερη από μία μοίρα). Αν d είναι η απόσταση μεταξύ του σημείου Ρ και του σημείου Α, και τα πρίσματα είναι τοποθετημένα κατά τρόπο ώστε τα σημεία Α και Β να είναι ευθυγραμμισμένα με το σημείο Ρ, μετριέται το μήκος της βάσης b και από την επίπεδη τριγωνομετρία έχουμε: d = bσφα. Τα τ. με σταθερή βάση είναι τ. σύμπτωσης και στερεοσκοπικά.
Τα τ. σύμπτωσης, στην απλούστερη μορφή τους, αποτελούνται σχηματικά από δύο κάτοπτρα τοποθετημένα αντικρυστά, το ένα από τα οποία είναι σταθερό και το άλλο κινητό. Καθένα από τα δύο κάτοπτρα καλύπτει ένα μόνο μέρος του ορατού από τον παρατηρητή πεδίου, έτσι ώστε το αντικείμενο εμφανίζεται χωρισμένο σε δύο ημιπεδία, συνήθως μετατοπισμένα το ένα ως προς το άλλο. Αν περιστραφεί το κινητό κάτοπτρο του τ., τα δύο ημιπεδία της εικόνας έρχονται σε σύμπτωση· η γωνία κατά την οποία χρειάζεται να περιστραφεί το κάτοπτρο εξαρτάται από την απόσταση στην οποία βρίσκεται το αντικείμενο. Το κουμπί περιστροφής του κινητού κατόπτρου είναι βαθμονομημένο κατά τρόπο που να παρέχει απευθείας την απόσταση του αντικειμένου. Τα τ. σύμπτωσης με κάτοπτρα χρησιμοποιούνται ευρέως στις φωτογραφικές μηχανές. Στα τ. σύμπτωσης με πρίσματα, οι ανακλώμενες εικόνες από τα δύο πρίσματα ολικής ανάκλασης αποστέλλονται σε ένα μοναδικό προσοφθάλμιο· η σύμπτωση των εικόνων επιτυγχάνεται διά της παρεμβολής στην οπτική διαδρομή των ακτίνων, που προέρχονται από το ένα από τα δύο πρίσματα, ενός μικρού πρίσματος, το οποίο αποκλίνει τις ακτίνες αυτές. Ρυθμίζοντας κατάλληλα το όργανο με ένα βαθμονομημένο κουμπί το οποίο περιστρέφει το μικρό πρίσμα, έχουμε απευθείας τη μέτρηση της απόστασης.
Στο στερεοσκοπικό τ., η ρύθμιση είναι σωστή, όταν το στερεοσκοπικό αποτέλεσμα, που προκύπτει από την υπέρθεση των δύο εικόνων του αντικειμένου, του οποίου την απόσταση θέλουμε να μάθουμε, καταστεί περισσότερο τονισμένο. Μια κατάλληλη ρύθμιση του οργάνου επιτρέπει να διαβάσουμε απευθείας την απόσταση. Τα στερεοσκοπικά τ. παρουσιάζουν το πλεονέκτημα, ότι χρησιμοποιούνται ακόμα και όταν χρειάζεται να μετρηθεί η απόσταση αντικειμένων που στερούνται σαφών σημείων αναφοράς (π.χ. επιφάνειες χωρίς ακμές), που είναι αδύνατο να γίνει με τ. σύμπτωσης· το γεγονός αυτό καθιστά τα στερεοσκοπικά τ. περισσότερο κατάλληλα στις διάφορες εφαρμογές. Η χρήση όμως των στερεοσκοπικών τ. είναι πολυπλοκότερη από εκείνη των τ. σύμπτωσης και απαιτείται προσωπική εξάσκηση.
Σήμερα χρησιμοποιούνται τ. τα οποία βασίζονται στην εκπομπή και λήψη ραδιοσημάτων (ηλεκτρονικά τ., ραντάρ). Για τη μέτρηση μικρών αποστάσεων μπορούν να χρησιμοποιηθούν και τα ηχητικά κύματα.
* * *το, Ν(οπτ.-τεχνολ.) οπτικό όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση τής απόστασης μεταξύ παρατηρητή και απομακρυσμένου σημείου σκόπευσης, αλλ. αποστασιόμετρο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. telemeter < τηλ(ε)-* + μέτρο. Η λ., στον πληθ. τηλέμετρα, μαρτυρείται από το 1897 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.